loader loader

Λόγω της γεωγραφικής της θέσης η Κέρκυρα απετέλεσε από τα αρχαία χρόνια ισχυρό οχυρό και λιμάνι διαμετακομιστικού εμπορίου, προσαρμοζόμενη κάθε φορά στις επικρατούσες συνθήκες. Η προσαρμογή αυτή αποτελεί ένα συνεχή διάλογο μεταξύ Ανατολής και Δύσης, αναδεικνύοντας μια διαχρονική πολιτιστική αξία για την ιστορία της αρχιτεκτονικής και της πολεοδομίας.

Πρόσοψη και κάτοψη του ναού της Αρτέμιδος

Οι πληροφορίες που έχουμε για την αρχιτεκτονική της αρχαίας Κέρκυρας είναι περιορισμένες εξαιτίας των καταστροφών που υπέστη η πόλη. Σύμφωνα με τις πηγές και με τα μέχρι σήμερα ανασκαφικά δεδομένα η αρχαία πόλη στην αρχή ήταν ατείχιστη και αργότερα, την κλασική εποχή, τειχίζεται στο βόρειο άκρο της. Εκτός των τειχών υπήρχαν τα νεκροταφεία της πόλης και εντός των τειχών υπήρχαν δύο λιμάνια μεταξύ των οποίων και προς νότον, απλωνόταν ο πολεοδομικός ιστός της πόλης. Η πόλη διέθετε σύστημα ύδρευσης και εκτεταμένο αποχετευτικό δίκτυο από κτιστούς αγωγούς. Στο κέντρο της πόλης υπήρχε Αγορά με επιβλητικά δημόσια κτίρια, στοές, ναούς, βαλανείο και δίπλα στην Αγορά υπήρχαν ιδιωτικά κτίρια πλουσίων αστών. Σε μικρή απόσταση από την Αγορά υπήρχε ο ψευδοδίπτερος δωρικός ναός της Αρτέμιδος, ένας από τους σημαντικότερους ναούς των αρχαίων χρόνων σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο, η διακόσμηση του οποίου θεωρείται έργο κερκυραίων δημιουργών. Εκτός από την Αγορά έχουν ανακαλυφθεί ναοί και σε άλλα σημεία της αρχαίας πόλης, ο πληθυσμός της οποίας, κατά την εποχή της ακμής της, έφθανε τις 60.000 κατοίκους. Υπήρχαν εργαστήρια κατασκευής κεραμικών και άλλων ειδών και, παρότι δεν έχουν ανακαλυφθεί μέχρι σήμερα, πρέπει να υπήρχαν θέατρο και στάδιο, αν συμπεράνει κανείς από την πλούσια θρησκευτική και αθλητική δραστηριότητα των αρχαίων Κερκυραίων.

Ναος Αρτέμιδος                      

 Κατά τον 6ο και 7ο αιώνα, μετά την κατάρρευση του οχυρωμένου αρχαίου οικισμού, οι κάτοικοί της αναζητούν μεγαλύτερη ασφάλεια βορειότερα, ανάμεσα στις δύο κορυφές της μικρής χερσονήσου, με αποτέλεσμα τη σταδιακή δημιουργία της οχυρώτατης πόλης-κάστρου της Μεσοβυζαντινής περιόδου. Η πόλη τον 10ο αιώνα αναφέρεται ότι διέθετε μεγάλες εκκλησίες, περιτριγυρισμένη από περίτεχνα τείχη.

Τα οχυρωματικά έργα συνεχίζονται κατά τη διάρκεια του ύστερου μεσαίωνα και οι αμυντικές διατάξεις ενισχύονται από όλους τους αυθέντες του νησιού, καθιστώντας την Κέρκυρα απόρθητο φρούριο, που το εποφθαλμιούσαν κατακτητές από Ανατολή και Δύση.

 Η δεύτερη άφιξη των Βενετών στην Κέρκυρα το 1386, σηματοδοτεί την έναρξη εκτεταμένων παρεμβάσεων τόσο στον πολεοδομικό ιστό της πόλης, όσο και στα οχυρωματικά έργα. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την εξαφάνιση όλων των μεσαιωνικών αρχιτεκτονικών μνημείων της Κέρκυρας χάριν μιας νέας οχυρωματικής αντίληψης, που γίνεται όλο και περισσότερο επιτακτική, ειδικά μετά την επικράτηση των πυροβόλων όπλων κατά τη διεξαγωγή επιθετικών και αμυντικών πολέμων.

Οι συχνοί Βενετοτουρκικοί πόλεμοι καθιστούν την Κέρκυρα κομβικό σημείο όπου εδρεύει η διοίκηση και ναυλοχεί ο πολεμικός και ο εμπορικός στόλος της Γαληνοτάτης, σε κατασκευασμένα για το σκοπό αυτό νέα λιμάνια. Η συνεχής τουρκική απειλή, που ορισμένες φορές είναι καταστροφική (1537), επιβάλλει στη Βενετία να εφαρμόσει ένα μεγαλεπήβολο και συνεχώς ανανεούμενο αμυντικό έργο για τη σωτηρία του νησιού. Για τον αμυντικό σχεδιασμό της Κέρκυρας χρησιμοποιούνται ορισμένοι από τους καλύτερους αρχιτέκτονες της εποχής, που είχε στην υπηρεσία της η Ενετική Δημοκρατία Francesco de Brendolis, Gacopo Coltrino, Giovanni Giocondo, Lattanzio Bonghi, Agostino da Castello, Michele Sanmicheli, Ferrante Vitelli, Filippo Verneda).

Η περιτείχιση του "μπόργου" (ξώπολι), που ολοκληρώνεται το 1588 με τα τελειότερα για την εποχή οχυρωματικά έργα, επιβάλλει πλέον την καθ΄ ύψος ανάπτυξη της πόλης, όπου για πρώτη φορά σε ελληνική πόλη εμφανίζονται οι πολυκατοικίες και ο θεσμός της οριζοντίου ιδιοκτησίας. Η Κέρκυρα σταδιακά κοσμείται με ναούς, πλατείες, δημόσια κτίρια, κοινωφελή έργα και προικοδοτείται με αποχετευτικό σύστημα παρόμοιο με άλλων ιταλικών πόλεων της εποχής της Αναγέννησης. Αργότερα αποκτά νοσοκομείο, λοιμοκαθαρτήριο, θέατρο, λέσχες και γενικά οτιδήποτε ήταν απαραίτητο για να υποστηριχθεί μια έντονη κοινωνική ζωή με ταξικό χαρακτήρα.

Το τέλος της Ενετοκρατίας βρίσκει την Κέρκυρα στη δύνη των διεθνών εξελίξεων και η αρχιτεκτονική της φυσιογνωμία προσαρμόζεται στα νέα δεδομένα. Επιχειρείται περαιτέρω καθ΄ ύψος δόμηση της πόλης με παράλληλη κατασκευή νέων κτιριακών συγκροτημάτων (Παλιά Ανάκτορα, Mon Repos, Λιστόν, Φυλακές κ.α.) Επίσης συντελείται μετασκευή ή γκρέμισμα ορισμένων από τις παλιές οχυρώσεις για δημιουργία νέων οδών-εισόδων στην πόλη, αλλά και κατασκευή νέων οχυρώσεων σε προκεχωρημένα σημεία (περιφερειακά οχυρωματικά έργα, Φρούριο Γεωργίου στο Βίδο).

 Άποψη της Κέρκυρας την εποχή της Ενετοκρατίας
Άποψη της Κέρκυρας την εποχή της Ενετοκρατίας

 Η κεντρική διοίκηση με τη δραστηριοποίηση ενός στρατιωτικού σώματος μηχανικών Royal Engineers), ανέλαβε το σχεδιασμό και την επίβλεψη σημαντικών δημοσίων έργων, κατασκευή δικτύου αμαξιτών δρόμων, νοσοκομείου καθώς και το ύψιστης σημασίας έργο, την υδροδότηση της πόλης της Κέρκυρας. Αρχιτεκτονικά η Κέρκυρα του 19ου αιώνα παρουσιάζεται ως μια πόλη με ομοιογενή αρχιτεκτονική φυσιογνωμία και σ΄ αυτό συνέβαλε αποφασιστικά η επιβολή το 1827 οικοδομικού κανονισμού, που ευνόησε όχι τόσο την ανέγερση νέων κατοικιών, αλλά τις επεκτάσεις, προσθήκες και κυρίως τις παρεμβάσεις στις προσόψεις των κτιρίων.

 Μετά την Ένωση με την Ελλάδα, η Κέρκυρα συνεχίζει να εμπλουτίζεται αρχιτεκτονικά με την κατασκευή νέων επιβλητικών κτιρίων (Δημοτικό Θέατρο, Θέατρο Φοίνικας, Ξενοδοχείο Bella Venezia) χωρίς να μπορέσει να αποφύγει την καταστροφή πολλών αρχιτεκτονημάτων, είτε λόγω βομβαρδισμών (Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος), είτε λόγω απερισκεψίας κάποιων Κερκυραίων (Πόρτα Ρεάλα), είτε για γεωστρατηγικούς λόγους (ανατίναξη φρουρίου Γεωργίου στο Βίδο). Την περίοδο αυτή αρχίζει η εκβιομηχάνιση της Κέρκυρας με τη δημιουργία πολλών εργοστασίων (Ασπιώτη, Μαργαρίτη, Δεσύλλα κ.α.) καθώς επίσης και ο φωτισμός της πόλης, πρώτα με φωταέριο και μετά με ηλεκτρισμό.

Ήδη όμως η Κέρκυρα αποτελεί τουριστικό προορισμό υψηλών προδιαγραφών, κάτι που διαφαίνεται στα γραπτά των περιηγητών που κατά καιρούς την επισκέφτηκαν, και από τα τέλη του 19ου αιώνα είναι τόπος αναψυχής εστεμμένων και άλλων διασημοτήτων, αρχής γενομένης από την Αυτοκράτειρα Ελισάβετ της Αυστρουγγαρίας, που έκτισε εδώ το φημισμένο θερινό της ανάκτορο,το Αχίλλειο. Η αρχιτεκτονική φυσιογνωμία της Κέρκυρας, μετά την δοκιμασία που υπέστη κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλάζει και προσαρμόζεται για να εξυπηρετήσει τα δεδομένα της νέας αυτής πλουτοπαραγωγικής πηγής, τον τουρισμό, με κατασκευές πολυτελών και όχι μόνο ξενοδοχείων, χώρων εστιάσεως και αναψυχής, δημοσίων και ιδιωτικών λουτρών, ενώ παράλληλα παρατηρείται μια σταδιακή αποβιομηχάνιση του νησιού.

Άποψη της Κέρκυρας την εποχή της Αγγλοκρατίας
Άποψη της Κέρκυρας την εποχή της Αγγλοκρατίας

 Η Κέρκυρα, το κυριότερο επτανησιακό κέντρο, διατηρεί σήμερα, ειδικά η Παλιά Πόλη, σε ικανοποιητικό βαθμό την πολεοδομική της μορφή, η οποία διαμορφώθηκε κυρίως την εποχή της Ενετοκρατίας και μάλιστα σε εποχή ακμής της Ενετικής μητρόπολης. Κράμα Ενετικής τέχνης και Βυζαντινής παράδοσης, τα μνημεία της Κέρκυρας αποτελούν επιτυχημένη συναίρεση των διαφορετικών στοιχείων της ελληνικής και δυτικής αρχιτεκτονικής, κατασκευασμένα σύμφωνα με την τοπική ελληνική αντίληψη σε δυτική μορφολογία, από ντόπιους τεχνίτες και σύμφωνα με τις ανάγκες του τόπου. Γι΄ αυτό η σημασία της Κέρκυρας και η συμβολή της στην ιστορία της αρχιτεκτονικής είναι πολύτιμη και μοναδική.

Πλατεία Σπιανάδα

Πλατεία Κρεμαστής

Πλατεία Βραχλιώτη

Λιστόν

Πλατεία Δημαρχείου

Πλατεία Πίνιας

Πλατεία Αγίας Ελένης